Ζούμε σήμερα σε μια κοινωνία που κυριαρχεί το μίσος; Αν και η απάντηση είναι ευτυχώς όχι ακόμα, τα φαινόμενα βίας αυξάνονται, κάτι που επιβεβαιώνεται και από σχετικές έρευνες.
Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν σε αυτό, όπως η ανασφάλεια των νέων για το μέλλον, καθώς μάλλον οι περισσότεροι θεωρούν απίθανο να ζήσουν μια ζωή καλύτερη από αυτή των γονιών τους. Σε αυτό θα προσθέσουμε και τη διάβρωση της αξιοπρέπειας της εργασίας. Κανείς σήμερα δεν μπορεί να εγγυηθεί ένα μίνιμουμ επίπεδο ζωής και την κοινωνική αναγνώριση σε όσους δεν μπορούν να ανέβουν ψηλότερα από κάποιους άλλους.
Είναι παρεπόμενο φυσικά, πολλοί νέοι να έχουν την αίσθηση ότι κανείς δεν τους ακούει, δεν τους λογαριάζει. Από πολλές έρευνες προκύπτει ότι θεωρούν πως οι κρατικοί θεσμοί διοχετεύουν ενέργεια σε πράγματα που τους αφορούν ελάχιστα. Έτσι, αυξάνεται ένα αίσθημα ηττοπάθειας, απαξίωσης και γιατί όχι, τυφλού μίσους, που συχνά εκδηλώνεται βίαια, ακόμα και με χαρακτηριστικά «κοινωνικοπάθειας».
Καθώς μάλιστα τα παλαιά πρότυπα συλλογικού «ανήκειν», όπως τα κόμματα, τα συνδικάτα, οι σύλλογοι, ακόμα και η ίδια η γειτονιά, έχουν αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από ομάδες «φίλων» των κοινωνικών δικτύων, αρκετοί από αυτούς αναπαράγουν μεγάλες «δόσεις» παραπληροφόρησης, συνωμοσιολογίας και κοινωνικής πόλωσης.
Ζούμε σε ένα ευρύτερο πεδίο όπου τα Media, το «Show Business», οι τέχνες και ο ευρύτερος «πολιτιστικός» περίγυρος, όπως βιντεοπαιχνίδια, γκράφιτι η κόμικς, κατακλύζονται από βία!
Λες και η βία έχει πλέον χαρακτήρα διαταξικού «mainstream», σε μόδα, διασκέδαση και τρόπο έκφρασης.
Αναπαράγεται τόσο πολύ πλέον η εικόνα της βίας ώστε φαίνεται ότι αρχίζουμε να τη συνηθίζουμε, ως μέρος της κανονικότητας της ζωής μας.
Στην περίπτωση μάλιστα της τραγικά επίκαιρης οπαδικής βίας, αυτή εκδηλώνεται εναντίον όποιου οι οπαδοί θεωρούν ότι αμφισβητεί την ταυτότητα τους, δηλαδή την ομάδα τους. Γιατί μόνον η ομάδα τους φαίνεται ότι μπορεί να καλύψει βασικές συναισθηματικές τους ανάγκες όπως του «ανήκειν» σε μια συλλογικότητα και μιας απόλυτα παρεξηγημένης αυτοπραγμάτωσης που αλλού δεν μπορούν να βρουν.
Ας μην αγνοήσουμε και την κρίση της πανδημίας με το βαρύ αποτύπωμα της στην ψυχική, ενδοατομική και κοινωνική ζωή, που ενισχύει ένα κλίμα ανομίας και αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Δεν είναι τυχαία συνεπώς η εμφάνιση τόσο πολλών φαινομένων ενδοοικογενειακής, ομοφοβικής και έμφυλης βίας.
Ευτυχώς σήμερα ανοίγουν πιο εύκολα τα σφραγισμένα από φόβο η ντροπή στόματα θυμάτων βίας, εξευτελισμού και κακοποίησης. Και αυτό οφείλεται σε κάποιες η κάποιους που τόλμησαν!
Πολλά μπορούν να γίνουν από την πλευρά της πολιτείας. Χρειάζεται όμως όραμα, βούληση, συνέπεια και κυρίως συναίνεση.
Τον καθοριστικότερο όμως ρόλο τον παίζουμε εμείς οι ίδιοι με τη στάση που κρατάμε απέναντι στη βία από όπου κι’ αν προέρχεται, μέσα στην οικογένεια μας, στην κοινωνική μας ζωή, στη δουλειά μας.
Αντιδρούμε στη βία; Ταυτιζόμαστε με το θύτη; H νίπτουμε τας χείρας, βάζοντας θύμα και θύτη στην ίδια μοίρα;
*
Ο Γιώργος Σταμάτης είναι Σύμβουλος Επικοινωνίας και Συγγραφέας.